Σύγχρονη τέχνη δίπλα σε θησαυρούς της αρχαίας Τροίας
Σύγχρονη τέχνη δίπλα σε θησαυρούς της αρχαίας Τροίας
Η τουρκική λέξη «emanet» μπορεί να μεταφραστεί ως «εμπιστοσύνη» αλλά και ως «ευθύνη», ως «διαφύλαξη» και ως «κληρονομιά». Και «η Τροία είναι μια μεγάλη “emanet” για την Τουρκία», δηλώνει καταρχάς η Βουσλάτ, η πρώτη καλλιτέχνις που κλήθηκε να εκθέσει έργα της στις κεντρικές αίθουσες του Αρχαιολογικού Μουσείου της Τροίας, με στόχο να συνδέσει τη διατήρηση και την κατανόηση του παρελθόντος με τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία. «Η αφήγηση ιστοριών του παρελθόντος μέσω της τέχνης, με τρόπους που έχουν απήχηση σήμερα, είναι σημαντική… για να μπορούν οι άνθρωποι να συνδέονται με αυτές τις ιστορίες», σύμφωνα με την τουρκάλα εικαστικό.
Τα έργα της, στα οποία πραγματεύεται τα θέματα της κληρονομιάς, της διασύνδεσης και της μνήμης, εκτίθενται (έως τα τέλη Ιουλίου για όσους βρεθούν στο Τσανάκαλε) μεταξύ σαρκοφάγων και πίθων στο εσωτερικό, αλλά και ανάμεσα σε στήλες και αετώματα στους εξωτερικούς χώρους του βραβευμένου τουρκικού μουσείου, που βρίσκεται στην είσοδο της μυθικής Τροίας.
«Η Τροία είναι ένας πολύ εμβληματικός τόπος και η 4.000 ετών ιστορία της θα πρέπει να εξιστορείται με διάφορους τρόπους» είπε στο The Art Newspaper με αφορμή τα εγκαίνια της έκθεσης ο Ρουστέμ Ασλάν, επικεφαλής των ανασκαφών στην περιοχή, ο οποίος προσκάλεσε τη Βουσλάτ να παρουσιάσει γλυπτά, σχέδια και εγκαταστάσεις της στο μουσείο.
«Δεν μπορούμε πλέον να βασιζόμαστε αποκλειστικά στην έκθεση αντικειμένων για να εξηγήσουμε την αρχαιολογία», πρόσθεσε ο τούρκος αρχαιολόγος. «Η σύγχρονη τέχνη σε ένα αρχαιολογικό μουσείο είναι ένα βήμα στον μετασχηματισμό που πρέπει να υποστεί η μουσειολογία ώστε να αναπτύξει μια σχέση με την επόμενη γενιά».
Το νέο Μουσείο της Τροίας άνοιξε τις πύλες του το 2018, ενώ η συλλογή του αποτελείται από περισσότερα από 8.000 αντικείμενα, εκ των οποίων στο κοινό εκτίθενται περίπου 2.000. Ανεγέρθηκε στο πλαίσιο των προσπαθειών της τουρκικής κυβέρνησης να επιστρέψουν στη χώρα διάφοροι αρχαιολογικοί θησαυροί, οι οποίοι αποσπάστηκαν ανά τους αιώνες από την επικράτεια της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Μεταξύ των ανακτημένων τεχνουργημάτων, στο Μουσείο της Τροίας περιλαμβάνονται και περισσότερα από είκοσι χρυσά κοσμήματα, τα οποία επέστρεψαν στην Τουρκία από το Penn Museum της Φιλαδέλφειας. Πρώτος σύγχρονος κάτοχός τους ήταν ο γερμανός επιχειρηματίας και μετέπειτα αρχαιολόγος Ερρίκος Σλίμαν, δηλαδή ο άνθρωπος που αποκάλυψε την αρχαία Τροία (ενώ στη συνέχεια πραγματοποίησε ανασκαφές στον Ορχομενό, στην Τίρυνθα και στις Μυκήνες, φέρνοντας στο φως εξίσου σημαντικά ευρήματα).
Λάτρης της αρχαιολογίας όσο και του Ομήρου, ο Σλίμαν ανακάλυψε το 1873 έναν ανεκτίμητο θησαυρό τον οποίο απέδωσε στον Πρίαμο, τον μυθικό βασιλιά της Τροίας. Διάσημες είναι οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες της συζύγου του Σοφίας Σλίμαν με το Μεγάλο Διάδημα και άλλα κοσμήματα που ανακαλύφθηκαν σε ένα σημείο κοντά στα τείχη του Ιλίου.
Αλλά ο Σλίμαν, αφού ανακάλυψε την Τροία, την πρόδωσε, στέλνοντας τον υποτιθέμενο «Θησαυρό του Πριάμου», που περιλάμβανε εκατοντάδες χρυσά κοσμήματα, στη Γερμανία. Τα περισσότερα από αυτά τα κοσμήματα, τα οποία λαφυραγωγήθηκαν από τους Σοβιετικούς μετά την πτώση του Βερολίνου το 1945, εκτίθενται σήμερα στο Μουσείο Πούσκιν της Μόσχας. Πέρυσι το Μουσείο της Τροίας αποκάλυψε ένα ειδώλιο τύπου Κίλιας ηλικίας 6.500 ετών που επιστράφηκε, επίσης από τις ΗΠΑ, στην Τουρκία.
Οσον αφορά το παρόν και την έκθεση «Emanet/Troy», «τα ερείπια της Τροίας, οι στίχοι του Ομήρου και η τέχνη της Βουσλάτ μοιράζονται μια διαχρονική μνήμη που αψηφά τη λήθη. Το “emanet” είναι κάτι περισσότερο από απλή διατήρηση: είναι μια ευθύνη, μια ζωντανή κληρονομιά που πρέπει να συνεχίσουμε. Oπως ακριβώς η Τροία αντέχει σε κύκλους πολέμου, ειρήνης και αναγέννησης, αυτή η έκθεση μας υπενθυμίζει ότι είμαστε όλοι θεματοφύλακες της ιστορίας και του πολιτισμού», ανέφερε ο Ριντβάν Γκoλτζούκ, διευθυντής του Μουσείου της Τροίας.
Η Βουσλάτ, το πλήρες όνομα της οποίας είναι Βουσλάτ Ντογάν Σαμπάντζι, προτού αποφασίσει να αφοσιωθεί στην τέχνη ήταν διευθύνουσα σύμβουλος του Ομίλου Μέσων Ενημέρωσης Hürriyet, έως το 2018, όταν η τουρκική κυβέρνηση επέβαλε την πώλησή του. Πατέρας της είναι ο μεγιστάνας Αϊντίν Ντογάν και είναι παντρεμένη με τον επιχειρηματία Αλί Σαμπάντζι. Σύμφωνα με το Forbes οι περιουσίες τους ανέρχονται σε 550 και 960 εκατ. δολάρια αντίστοιχα.
«Είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα της [παγκόσμιας] λογοτεχνίας, το οποίο έχει εμπνεύσει πολλούς καλλιτέχνες. Αφηγείται την ουσία του ανθρώπινου ψυχισμού: τον φόβο του θανάτου, την καταστροφή, την αγάπη και την εκδίκηση, τα αρχέγονα ένστικτά μας, τον πόλεμο και την απελπισία, αλλά και κάτι άλλο: την έμπνευση να αναζητούμε μια άλλη πιθανή πορεία, έναν άλλο τρόπο ύπαρξης», είπε η τουρκάλα καλλιτέχνις για την «Ιλιάδα» του Ομήρου στην ιταλική διαδικτυακή επιθεώρηση τέχνης Artribune.
Πώς εξηγεί τη γοητεία που δεν έχει σταματήσει να ασκεί εδώ και χιλιάδες χρόνια το έπος της Τροίας; «Αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας», απάντησε. «Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει στον κόσμο αυτή τη στιγμή – πόλεμοι που ξεσπούν με προφάσεις, αν και δεν ξέρουμε αν η Ελένη ήταν μια πρόφαση. Τα επαναλαμβάνουμε και τα βλέπουμε ξανά όλα αυτά, τόσο πόνο και τόσα βάσανα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News