Τα «χρωστούμενα» της Δίκης των Εξι
Τα «χρωστούμενα» της Δίκης των Εξι
Στις 28 Νοεμβρίου 1930, ο Γεώργιος Βλάχος, ιστορικός εκδότης της εφημερίδας «Η Καθημερινή», έγραφε σε ένα άρθρο του ότι οι τάφοι των Εξι «από τον Νοέμβριον του 1922 κυβερνούν την Ελλάδα». Ακραιφνής αντιβενιζελικός ο ίδιος και προσωπικός φίλος του πιο γνωστού από τους Εξι που εκτελέστηκαν στις 15 Νοεμβρίου 1922 (π.η.) στο Γουδί, του Δημητρίου Γούναρη, ο Βλάχος με αυτή τη φράση συμπύκνωσε ένα από τα πιο καίρια στοιχεία της πολιτικής ζωής της περιόδου που ονομάζουμε Μεσοπόλεμο.
Κι αν για όλες τις υπόλοιπες χώρες ως Μεσοπόλεμος ορίζεται το διάστημα ανάμεσα στον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για εμάς ξεκίνησε λίγα χρόνια αργότερα – όταν η Μεγάλη Ιδέα γινόταν στάχτη στις φλόγες της Σμύρνης. Μία από τις πιο τραγικές στιγμές στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας –και η κορυφαία ίσως στιγμή του Εθνικού Διχασμού– ήταν η καταδίκη εις θάνατον και η εκτέλεση τριών πρώην πρωθυπουργών, δύο πρώην υπουργών και του τελευταίου, ουσιαστικά, αρχιστράτηγου στη Μικρά Ασία, δυόμισι μήνες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή.
Μόλις μαθεύτηκε η Εκτέλεση των Έξι, στην Αθήνα έπεσε ένα πέπλο νεκρικής σιγής, όπως περιγράφει γλαφυρά ο ιστορικός Γρηγόριος Δαφνής. Ακόμη και οι πιο φανατικοί, ακόμη και εκείνοι που ζητούσαν τις εκτελέσεις, όταν έμαθαν ότι τελικά έγιναν, συγκλονίστηκαν.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραφε ο Νίκος Καζαντζάκης από τη Γερμανία όπου βρισκόταν τότε, στην πρώτη του σύζυγο, Γαλάτεια:
«…νομίζω πως τώρα μόνο θα καταλάβει ο Ρωμιός ότι κάτι σημαντικό συμβαίνει. Να χαθεί η Σμύρνη, η Πόλη, η Θράκη δεν τον νοιάζει. Μα να σκοτωθούν έτσι, σα σκυλιά, οι βοσκοί του αυτό θα φέρει κατάπληξη και δέος. Και πάντα το δέος είναι χρήσιμο σε τέτοιο λαό».
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ πέθανε ελάχιστους μήνες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, τον Ιανουάριο του 1923 και ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεκατρία χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 1936. Ο Εθνικός Διχασμός όμως συνέχισε να ζει για πολλά χρόνια ακόμα μετά τον θάνατο των δύο πρωταγωνιστών του.
Ο ελληνικός Μεσοπόλεμος αποτέλεσε το σκηνικό της συνέχισης του Εθνικού Διχασμού, που μπορεί να πήρε άλλες μορφές αλλά παρέμεινε ζωντανός και κυρίαρχος. Ενα από τα πιο τραγικά γεγονότα του Μεσοπολέμου – και σίγουρα ένα από τα πιο εγκληματικά λάθη των Βενιζελικών και του ίδιου του Βενιζέλου – ήταν το Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935.
Σε μία προσπάθεια να αποτραπεί η ενδεχόμενη κατάλυση της Αβασίλευτης Δημοκρατίας που είχε εγκαθιδρυθεί το 1924 και να επιστρέψει ο βασιλιάς Γεώργιος Β’, οι Βενιζελικοί προσπάθησαν να καταλάβουν πραξικοπηματικά την εξουσία.
Το Κίνημα απέτυχε και ο Βενιζέλος διέφυγε στο εξωτερικό μέσω των τότε ιταλοκρατούμενων Δωδεκανήσων. Θα πέθαινε ένα χρόνο αργότερα στο Παρίσι. Φεύγοντας για τελευταία φορά από την Ελλάδα, ο Βενιζέλος είπε στην γυναίκα του, Έλενα: «Ελενίτσα, οι μεγάλοι μαστόροι κάνουν και μεγάλα λάθη» αναγνωρίζοντας προφανώς – έστω και αργά, το τεράστιο λάθος του να συναινέσει στο Κίνημα της 1ης Μαρτίου.
Την καταστολή του Κινήματος του 1935 ακολούθησαν μαζικές εκκαθαρίσεις Βενιζελικών από το στράτευμα, διώξεις πολιτών, δεκάδες καταδίκες σε ισόβια κάθειρξη αλλά και εις θάνατον (μεταξύ των καταδικασθέντων σε θάνατο ήταν και ο Βενιζέλος με τον Πλαστήρα, οι οποίοι δικάστηκαν και καταδικάστηκαν ερήμην).
Τελικά, πραγματοποιήθηκαν τρεις εκτελέσεις. Πρώτος εκτελέστηκε στις 5 Απριλίου, στο Επταπύργιο της Θεσσαλονίκης, ο επίλαρχος Σταμάτιος Βολάνης, επειδή πρωτοστάτησε στο Κίνημα στις Σέρρες. Οι άλλες δύο εκτελέσεις έγιναν στην Αθήνα, πίσω από το Νοσοκομείο Παίδων, στις 24 Απριλίου, Μεγάλη Τετάρτη.
Οι εκτελεσθέντες ήταν ο υπέργηρος αντιστράτηγος Αναστάσιος Παπούλας και ο επίσης απόστρατος υποστράτηγος Μιλτιάδης Κοιμήσης, με την ψεύτικη κατηγορία ότι ευθύνονταν για το Κίνημα ως ηγέτες της οργάνωσης Πανελλήνια Δημοκρατική Άμυνα.
Ο Παπούλας, μεταξύ άλλων, είχε διατελέσει Διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας από τον Νοέμβριο του 1920 που αντικατέστησε τον Λεωνίδα Παρασκευόπουλο έως τον Μάιο του 1922 που αντικαταστάθηκε από τον Γεώργιο Χατζηανέστη.
Ο Κοιμίσης ήταν στρατιωτικός που είχε λάβει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους και στη Μικρασιατική Εκστρατεία, είχε υπάρξει μέλος της επαναστατικής επιτροπής του 1922 και διοικητής της Σχολής Ευελπίδων κατά τα έτη 1929-1930, ενώ αποστρατεύτηκε μετά τη συμμετοχή του στο Κίνημα του Πλαστήρα του 1933.
Το «κλειδί» εδώ είναι ότι οι Παπούλας και Κοιμίσης είχαν καταθέσει ως μάρτυρες κατηγορίας στη Δίκη των Έξι δωδεκάμισι χρόνια νωρίτερα…Όπως καταλαβαίνουμε, το 1935 οι πληγές του Διχασμού παρέμεναν ανοιχτές και αποζητούσαν ξεκαθάρισμα των ανοιχτών λογαριασμών σε κάθε ευκαιρία, με το αίμα των Έξι να «στοιχειώνει» την Ελλάδα μία και πλέον δεκαετία μετά την Εκτέλεσή τους στο Γουδί.
♦ Κάθε γωνιά μια ιστορία. Το podcast της Ελένης Λετώνη
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News